Ελληνική Σημαία

Το Ιερότερο Σύμβολο





«Λευκή σαν όνειρο, γαλάζια, ωραία,

κάθε σ’ αντίκρισμα, καρδιάς παλμοί,

πάντα τρισένδοξη Ελληνική σημαία,

το καμάρι του Έλληνα, της πατρίδας η τιμή.»

Μέρα παρά μέρα θα φωνάζουμε όλο και πιό έντονα πόσο περήφανοι νιώθουμε στο αντίκρυσμα και μόνο, της Ελληνικής μας σημαίας. Θα το διαλαλούμε πάντοτε, δίχως κανένα ίχνος ακραίας συμπεριφοράς είτε έστω οποιουδήποτε φανατισμού, όπως διάφοροι μας κατονομάζουν ότι ενεργούμε, διαδηλώνουμε και συμπεριφερόμαστε. Η Πατρίδα μας είναι, μετά τον Θεό, ό,τι πιο ωραίο και μεγάλο και ιερό, και αγαπημένο σε τούτο τον κόσμο. Πατρίδα πολυθέλγητρη και χιλιοτραγουδημένη. Πατρίδα πονεμένη όμως ταυτόχρονα μοιρασμένη. Πατρίδα όλη φως, δόξα και σπάνια ομορφιά. Κάθε λουλούδι και κάθε λιθάρι έχει ιδιαίτερη σημασία και χάρη στον τόπο αυτό. Και το χώμα της το ιερό κατέχει ξεχωριστή λαμπρότητα, γιατί το βάψανε ηρώων και μαρτύρων αίματα.
Όλα αυτά, φως, δόξα, σπάνια ομορφιά, λαμπρότητα και ατελείωτη μαρτυρική ιστορία, απεικονίζονται στην γαλανόλευκη Ελληνική μας Σημαία, τη Σημαία του Σταυρού, η οποία συνοψίζει όλα της Φυλής μας τα ιδανικά και τις αθάνατες αξίες. Συμβολίζει την πίστη στον Θεό και στην Πατρίδα. Την ευσέβεια και την φιλοπατρία. Τον Χριστό και τον απανταχού απόδημο, ντόπιο και δυσπραγούντα Ελληνισμό.
Τα χρώματα της σημαίας, γαλάζιο και λευκό, συμβολίζουν το γαλάζιο της Ελληνικής θάλασσας και το λευκό των αφρισμένων κυμάτων. Οι οριζόντιες γραμμές είναι 9, όσες και οι συλλαβές του συνθήματος της Ελληνικής Επανάστασεος,»ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ‘Η ΘΑΝΑΤΟΣ». Διότι, οι Έλληνες ΠΟΤΕ δεν συμβιβάστηκαν. Για Εκείνους, πάντοτε, ήταν ή η Ελευθερία ή τίποτα. Ο λευκός σταυρός συμβολίζει την αφοσίωση των Ελλήνων στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη, καθώς και τη συμβολή της Εκκλησίας στο σχηματισμό του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους.
Στα πανάρχαια χρόνια, επί δημοκρατίας στην Αθήνα, όταν οι Αθηναίοι εγίνοντο 18 ετών, παρουσιάζονταν στην εκκλησία του δήμου στην Πνύκα, αναγράφονταν στους καταλόγους των πολιτών και αφού έπερναν την προσωπική τους ασπίδα και ένα δόρυ, έδιναν τον λεγόμενο «Όρκο των Αθηναίων εφήβων» μπροστά στο ναό της Αγλαύρου. Οι ατρόμητοι νέοι, κρατώντας τα όπλα που τους εμπιστευόταν η Πατρίδα, ξεκινούσαν τον όρκο: «Ου καταισχύνω τα όπλα, ουδ’εγκαταλείψω τον παραστάτηναυτών, ότω αν στοιχίσω. Αμύνω δε και υπέρ ιερών και οσίων, και μόνος και μετά πολλών. Την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσοις αν παραδέξωμαι … Και τα ιερά τα πάτρια τιμήσω»…
«Δε θα ντροπιάσω τα όπλα μου, ούτε θα εγκαταλείψω τον συμπολεμιστή μου, όπου κι αν ταχθώ να πολεμήσω, θα υπερασπίζομαι τα ιερά και τα όσια και μόνος και με πολλούς, και την πατρίδα δε θα παραδώσω μικρότερη, αλλά μεγαλύτερη και καλύτερη απ’ όση θα μου παραδοθεί … Και τις ιερές παρακαταθήκες των πατέρων θα τιμήσω.»
Δυστυχώς στις μέρες μας, κάποιοι «προδότες» ας τολμήσουμε να γράψουμε, σφετερίστηκαν πάμπολλες φορές αυτή την πιστή και τα ιδανικά του λαού και της φυλής ολόκληρης, εμπαίζοντας με την ανθρώπινη συνείδηση εκατοντάδων ανθρώπων από εμάς και παράλληλα χρησιμοποίησαν κι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τα ιερά των προγόνων μας συνθήματα («την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω») εξυπηρετώντας τα δικά τους προσωπικά και κομματικά οφέλη.
Παρόλα αυτά, σε όλους τους αγώνες του Έθνους, οι Έλληνες ανδρείοι, πολέμησαν και υπερασπίστηκαν με τη ζωή τους το ιερό αυτό σύμβολο, απλά και μόνο για τη σωτηρία και την ελευθερία της Ελλάδος.
Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941, 17χρονος τότε Κώστας Κουκκίδης, σημαιοφόρος πάνω στον Παρθενώνα, φορώντας την στολή της Ελληνικής νεολαίας της εποχής, παρά να την παραδόσει στους Γερμανούς, την υπέστειλε, και αφού την τύλιξε πάνω του, έπεσε μαζί με αυτήν από τον ιερό βράχο της Ακροπόλεως, στο κενό.
Μια ακόμη αυτοθυσία διαδραματίσθηκε ορισμένα χρόνια αργότερα, εδώ στην μαρτυρική μεγαλόνησο που ζούμε. Ο τότε 17χρονος ήρωας Πετράκης Γιάλλουρος, υπήρξε ο πρώτος πεσόντας μαθητής του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος του 1955-59 που πότισε με το αίμα του την Ελληνική γη της Κύπρου, όταν σε μια από της πολλές μαθητικές διαδηλώσεις που διεξάγονταν την τότε εποχή στο νησί -συγκεκριμένα στηνΑμμόχωστο- δέχτηκε τις σφαίρες των Άγγλων, κρατώντας με υπερηφάνεια την Ελληνική Σημαία, καθοδηγώντας τους συμμαθητές του και κραυγάζοντας «ζήτω η ένωση».
Ποιός μπορεί, ακόμη να λησμονήσει τα δυο ηρωϊκά παλληκάρια Τάσο Ισαάκ και Σολωμό Σολωμού, ένας εκ των οποίων θέλησε με αυτοθυσία να κατεβάσει του Αττίλα την τουρκική ημισέληνο και να υψώσει την Γαλανόλευκη σημαία; Κανείς δε τους ξεχνά, γιατί ζουν μες τις καρδιές μας κι ας αφαιρέθηκε η ζωή του ενός από το αιμοδιψές βόλι του εχθρού. Το κορμί του στον ιστό, έγινε το ίδιο σημαία και ηφαίστειο λευτεριάς. Το ίδιο του το σώμα, έγινε λάβαρο και πέπλο εθνικής υπερηφάνειας και ανωτερότητας επάνω στον ιστό. Έχυσε το αίμα του και έδειξε πως τελικά ναι, ήταν αντάξιος να σταθεί δίπλα στην Ελληνική μας σημαία, το ιερότερο σύμβολο όλων των εποχών.
Η σημαία μας κυματίζει αγέρωχη και με το δάκτυλο στον ορίζοντα μας υποδεικνύει το μονοπάτι που οφείλουμε να ακολουθήσουμε. Αυτό που επέλεξαν να ακολουθήσουν ο Κώστας Κουκκίδης, ο Τάσσος Ισσάκ, ο Πετράκης Γιάλλουρος και χιλιάδες άλλοι που έπεσαν υπέρ πίστεος και πατρίδος. Γιατί, μόνο τότε θα ξαναθυμίσουν όλα αυτά, τον πολιτισμό που χάσαμε. Μόνο εάν ακολουθήσουμε τον σωστό δρόμο θα επαναλάβουμε το θρίαμβο του πνεύματος και της ανθρώπινης σκέψεως που κάποτε ήταν προνόμια μόνο των προγόνων μας. Τον θρίαμβο τον οποίον πέτυχε ο Όμηρος, ο Αισχύλος, ο Δημόκριτος, ο Σοφοκλής, ο Φειδίας και ο Πλούταρχος. Τον θρίαμβο που θύμιζε Θερμοπύλες , Μαραθώνες, Σαλαμίνες και Πλαταιές. Τον θρίαμβο που θύμιζε την ατελείωτη στρατιά ηρώων, που με το αίμα που έχυναν πότιζαν τη γη και δίδασκαν το δρόμο της αρετής και του καθήκοντος. Γιατί όπως αρχικά αναγράφει ο εθνικός μας ποιητής «Θέλει αρετήν και τόλμην η Ελευθερία», ακολούθως συνεχίζει καταγράφοντας πως «Όποιος πεθαίνει σήμερα, χίλιες φορές πεθαίνει» και ακολουθεί ο Οδυσσέας Ελύτης υμνολογώντας: «Tη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική, στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έννοια η γλώσσα μου, στις αμμουδιές του Ομήρου…» Θρίαμβοι που ίσως δε αξίζει να επιστρέψουν σε εμάς κι ούτε να συναντήσουμε ποτέ, διότι δεν είμαστε αντάξιοί τους, αλλά τιμώντας την αθάνατη ιστορία μας και την πανέμορφη πατρίδα μας, το λιγότερο που μπορούμε να βροντοφωνάξουμε είναι το τετράστιχο:
  

   «Είμαι Έλλην, το καυχώμαι.

Ξέρω την καταγωγή μου

η Ελληνική ψυχή μου

ελευθέρα πάντα ζεί.»
Κύπρος μας γη ηρώων και Ελλάδα μας γεννήτρα δόξας, πολιτισμού και λάβα λευτεριάς. Τα στήθια των παιδιών, γίνονταν των εχθρών οι απρόσβλητοι κυματοθραύστες και η ιερά παρακαταθήκη από τους προγόνους στις μεταγενέστερες γενεές πάντοτε ύμνος και ψαλμωδία στα χείλη των ηρώων.
Τα χρόνια εντούτοις περνούν, η ιστορία ξεθωριάζει και εσκεμμένα διαγράφεται από «αστεία τυπάκια», τα τιμημένα λάβαρα αποκαθηλώνονται από αγρείκους και οι άνθρωποι ξεχνούν. Άλλοι ξεχνούν την εισβολή, άλλοι τους αγνοουμένους, άλλοι τους πρόσφυγες, άλλοι ξεχνούν ότι ζούμε σε μια κατεχόμενη χώρα, άλλοι ξεχνούν το ιστορικό μας χρέος, αιμοδοτούν το ψευδοκράτος και υποστηρίζουν την ανάπτυξη των πολιτειακών του δομών. Το χείριστο όμως είναι ότι, σαν νέα γενιά συνηθίσαμε και βολευτήκαμε όλοι στα σπιτάκια μας, με τους λεφτάδες γονείς μας, ενώ αντικρύζουμε κάθε βράδυ την φωταγωγημένη τεράστιων διαστάσεων στην πλαγιά του Πενταδακτύλου μας σημαία του ψευδοκράτους. Στη θέση της οποίας έπρεπε κι όφειλε να κυματίζει ζωγραφισμένη η γαλανόλευκος, σύμβολο αγώνα και ελευθερίας. Μιας ελευθερίας που είναι «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά».
Οι άνθρωποι διαφορετικοί, οι θυσίες ξεχωριστές, μα ο δρόμος μας είναι κοινός. Κι όμως, Ελληνικές σημαίες καίγονται στα προαύλια των Πολυτεχνείων, σε κλειστές αίθουσες και σε στάδια, εξιβρίζοντας έτσι το Έθνος, ταυτόχρονα την ίδια μας την πίστη και εν τέλη υποσκάπτοντας και χλευάζοντας την ίδια μας την εθνικολογικοπολιτιστική φυσιογνωμία. Φτάνουμε έτσι σε ένα πάτο που δε μας χωρά παραπέρα, γιατί πολύ απλά δεν έχει πιο πάτο.
Όμως ο κοινός εκείνος δρόμος που αναφέραμε πιο πάνω, εμπνέει ανθρώπους κάθε ηλικίας, οι οποίοι αντιστέκονται, παραμένουν όρθιοι, αγέρωχοι στις επάλξεις και αγωνιούν και μάχονται για τα αθάνατα ιδανικά που γεννήθηκαν στον τόπο αυτό και αποθηκεύτηκαν μέσα από την σημαία και τους αγώνες υπέρ αυτής.
Εν τέλει, για εμάς τίποτα δεν χαρακτηρίζεται ως ιερότερο σύμβολο από την Ελληνική μας σημαία. Τίποτα, γιατί κατέχει την τελειότατη απεικόνιση για την του Έθνους σωτηρία και την λαμπρότερη απόδειξη της απαράμιλλης Χριστιανικής αγάπης και Ορθόδοξης μας πίστης.
Πάντοτε θα την κρατάμε ψηλά, αυτό το υποσχόμαστε.
Πάντοτε θα κυματίζει υπερήφανη, είτε από μπαλκόνια, είτε από δρόμους, είτε από τα στάδια.
Η Ελληνική μας σημαία, είναι σύμβολο αγώνα, ελευθερίας μα πάνω απ΄όλα υπενθύμισης του ιστορικού μας χρέους προς την πατρίδα, τη σωτηρία του Έθνους ολάκερου και των ατελείωτων παλληκαριών.

Η Ελληνική μας σημαία είναι το ιερότερο σύμβολο όλων των εποχών.


Έλληνες, μην επιτρέπετε να ποδοπατείται, να φλέγεται και να ατιμάζεται.

Έλληνες, προστατεύσετέ την!